- κολυμβητά
- κολυμβητά̱ , κολυμβητήςdivermasc nom/voc/acc dualκολυμβητήςdivermasc voc sgκολυμβητήςdivermasc nom sg (epic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
κολυμβητάς — κολυμβητά̱ς , κολυμβητής diver masc acc pl κολυμβητά̱ς , κολυμβητής diver masc nom sg (epic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)